Λολοπαίγνιο εκ των τζουράρω και του επωνύμου του υφυπουργού παιδείας Κώστα Ζουράρι (ή Ζουράρεως για να ζουράρουμε), σημαίνει πίνω κι εγώ από αυτό που πίνει και δεν μας δίνει ο Κώστας Ζουράρις, παίρνω μια μικρή τζούρα από τον τετρακισχιλιετή γλωσσικό πλούτο του Ελληνισμού, οπότε αρχίζω να μιλάω με ακατάληπτες λέξεις στα αρχαία ελληνικά διά ατενσιονχοριλικίου και θουκυδιδείων μπινελικίων περαίνων την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. Συνώνυμο: παθαίνω ζουραρίαση.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ[]
- Η συζήτηση πήγαινε καλά μέχρι που του πάτησε κάποιους κάλους και άρχισε να ζουράρει με μπινελίκια από τον Αριστοφάνη.
2. Τι έπαθε ο Μπογδάνος κι έχει αρχίσει να ζουράρει;