κάπου ώπα[]
Σημαίνει, 'σταμάτα, γιατί υπερβάλεις', 'κάπου το παράκανες'. Mε το όπα υπονοείται μια κάποια επίπληξη, όμως με την χρήση του περίεργου κάπου το αυστηρό 'φτάνει', ή, 'μπάστα' -που ενυπάρχει στο όπα- μετριάζεται, όπως περίπου συμβαίνει και στο έλεος κάπου .
Συνώνυμα: όπα λίγο.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ[]
- Ώπα κάπου δηλαδή που άδειασε μια ολόκληρη πόλη για τον Ομπάμα. (τουί)