SlangWiki
Advertisement
  1. Η δωροδοκία. Η εικόνα είναι από τον τροχό ή από μια οποιαδήποτε μηχανή, που, όταν λαδώνεται (λιπαίνεται), γυρίζει πιο εύκολα κι αθόρυβα ή δουλεύει εν γένει πιο αποτελεσματικά. Παρομοίως, αν δωροδοκήσεις κάποιον υπάλληλο ή στέλεχος, σε μια υπηρεσία, όλο το σύστημα λειτουργεί πιο γρήγορα και αποτελεσματικά, με αποτέλεσμα το λάδωμα να καθίσταται αναπόσπαστο στοιχείο μιας διαδικασίας σε χώρα, όπως η Ελλάδα. Η έκφραση είναι παλιά, τη βρίσκουμε στο Ο βίος και η πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά του Νίκου Καζαντζάκη (1946). Σύμφωνα με άλλη εξήγηση, μάλλον παρετυμολογική, οφείλεται στο ότι τον παλιό καιρό μια έμμεση μορφή δωροδοκίας σε είδος ήταν δοχεία με λάδι.
  2. Παρομοίως, αποτελεί σεξιστική έκφραση για τη συνουσία. Η λογική είναι η ίδια, ότι χρειάζεται πού και πού ένα σεξάκι για να δουλεύει καλά ο οργανισμός, το σύστημα, της γυναίκας συνήθως υπονοείται, η οποία χρειάζεται σέρβις μέσω γαμησιού, αλλά και του άντρα.
  3. Το βάπτισμα, επειδή κατά τη διάρκεια του μυστηρίου, ο βαπτιζόμενος αλείφεται με άγιο μύρο, το λεγόμενο χρίσμα. Γύρω από το λάδωμα υπάρχουν διάφορες δοξασίες θρησκευτικής προέλευσης, όπως ότι ο νονός μεταδίδει με το λάδωμα τις ιδιότητές του στον βαφτισιμιό, κυρίως την τρέλα του αλλά και άλλες. Επίσης, ότι όποιο μέρος του βαπτιζομένου δεν λαδωθεί, μετά θα βρωμάει κ.ά.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

  1. Δίπλωμα οδήγησης. Μισός αιώνας λάδωμα. (Εδώ).
  2. - Από αισθηματικά πώς πας; - Τίποτα σπουδαίο, έχω βρει μια χήρα και της κάνω πού και πού κάνα λάδωμα.
  3. Με τέτοιο νονό που σου 'κανε το λάδωμα, δεν είναι παράξενο που έχεις βγει τέτοιος ζουρλοκαμπέρος!
Advertisement