- To πηχτό σκοτάδι, λ.χ. σε έναν δρόμο ή απόμερο μέρος χωρίς φωτισμό που μας κάνει να κλάνουμε μέντες από τον φόβο.
- Το αισθητικοποιημένο σκοτάδι σε μουσικά και πολιτιστικά ιδιώματα, όπως σε μεταλάδες, νταρκάδες, χαρντροκάδες, χαρκόρια, emo, emoφρίκουλα και λοιπές δυνάμεις του ζόφους. Συνώνυμο: νταρκίλα.
- Το αισθητικοποιημένο σκοτάδι σε ρομαντικά πολιτιστικά προϊόντα, όπως ταινίες, graphic novels ή και πίνακες.
- Ο σκοταδισμός σε (θεωρούμενους ως) οπισθοδρομικούς πολιτισμούς που δεν έχουν περάσει Διαφωτισμό, αλλά είναι ταλιμπάν, χριστιανοταλιμπάν κ.τ. ό. ή σε όσους εκπροσωπούν παρόμοιες σκοταδιστικές αξίες σήμερα.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
- Είναι και ο δρόμος που έχει ερημώσει για τα καλά και αν περάσεις βράδυ σε πιάνει η ψυχή σου από την… σκοταδίλα και την ερημιά! (Ραφήνα).
- Αφηνω τους Αθηναιους "παλιουρες" να διαφωτισουν την σκοταδιλα σου, μικρο τυρι :D. ip - confessions of an "emo". (Confessions of an emo).
- Απίστευτο σερί άριστων δίσκων και εξωφύλλων, επιλέγω αυτό γιατί είναι από τα πιο minimal του και βγάζουν προς τα έξω τη «σκοταδίλα» του. (Rock Hard).
- Aλλά ήταν αφενός κάτι το αισθητικά ακαταμάχητο με την περιρρέουσα μαύρη σκοταδίλα να κυριαρχεί παντού και αφετέρου ηχητικά ανανεωτικό (Mic).
- Γούσταρα την κάφρικη ατμόσφαιρα, και τη γραφική βία. Του λείπει η σκοταδίλα της Νέας Υόρκης αλλά αναπληρώνει με ένα φρικουλιάρικο Λος Άντζελες. (Εδώ).
- Ειχες και μια τουρκια σκοταδιλα και φεσωθηκες για να γινεις ανεξαρτητο κρατος και ξεχρεωνεις για τους αγωνες ... (Πρώτο Φλέμα).