SlangWiki
Advertisement
  1. To πηχτό σκοτάδι, λ.χ. σε έναν δρόμο ή απόμερο μέρος χωρίς φωτισμό που μας κάνει να κλάνουμε μέντες από τον φόβο.
  2. Το αισθητικοποιημένο σκοτάδι σε μουσικά και πολιτιστικά ιδιώματα, όπως σε μεταλάδες, νταρκάδες, χαρντροκάδες, χαρκόρια, emo, emoφρίκουλα και λοιπές δυνάμεις του ζόφους. Συνώνυμο: νταρκίλα.
  3. Το αισθητικοποιημένο σκοτάδι σε ρομαντικά πολιτιστικά προϊόντα, όπως ταινίες, graphic novels ή και πίνακες.
  4. Ο σκοταδισμός σε (θεωρούμενους ως) οπισθοδρομικούς πολιτισμούς που δεν έχουν περάσει Διαφωτισμό, αλλά είναι ταλιμπάν, χριστιανοταλιμπάν κ.τ. ό. ή σε όσους εκπροσωπούν παρόμοιες σκοταδιστικές αξίες σήμερα.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

  1. Είναι και ο δρόμος που έχει ερημώσει για τα καλά και αν περάσεις βράδυ σε πιάνει η ψυχή σου από την… σκοταδίλα και την ερημιά! (Ραφήνα).
  2. Αφηνω τους Αθηναιους "παλιουρες" να διαφωτισουν την σκοταδιλα σου, μικρο τυρι :D. ip - confessions of an "emo". (Confessions of an emo).
  3. Απίστευτο σερί άριστων δίσκων και εξωφύλλων, επιλέγω αυτό γιατί είναι από τα πιο minimal του και βγάζουν προς τα έξω τη «σκοταδίλα» του. (Rock Hard).
  4. Aλλά ήταν αφενός κάτι το αισθητικά ακαταμάχητο με την περιρρέουσα μαύρη σκοταδίλα να κυριαρχεί παντού και αφετέρου ηχητικά ανανεωτικό (Mic).
  5. Γούσταρα την κάφρικη ατμόσφαιρα, και τη γραφική βία. Του λείπει η σκοταδίλα της Νέας Υόρκης αλλά αναπληρώνει με ένα φρικουλιάρικο Λος Άντζελες. (Εδώ). 
  6. Ειχες και μια τουρκια σκοταδιλα και φεσωθηκες για να γινεις ανεξαρτητο κρατος και ξεχρεωνεις για τους αγωνες ... (Πρώτο Φλέμα).
Advertisement