SlangWiki
Register
Advertisement

Ο πιστότερος φίλος του ανθρώπου σλανγκίζεται (στο αρσενικό γένος) ως εξής:

  1. Γίνομαι σκύλος σημαίνει σκυλιάζω, ήτοι οργίζομαι, θυμώνω, παρεξηγούμαι και μνησικακώ.
  2. Στην body-building σλανγκ είναι "ο πολύ γραμμωμένος σφίχτερμαν. Προφ επειδή τα σκυλιά δεν έχουν λίπος και (στα άτριχα τουλάστιχον) διαγράφονται με ακρίβεια οι μύες". (Δες).
  3. Αυτός που ακούει ή τραγουδά τη λαϊκή μουσική που είναι γνωστή ως σκυλάδικα.
  4. Ο εργασιομανής που δουλεύει ασταμάτητα και αγόγγυστα, όντας καλός υπάλληλος, υφιστάμενος, αν έχεις την τύχη να τον έχεις.
  5. Στη ρεμπετοσλάνγκ είναι ο άγριος, ο αδυσώπητος, ο σκληρός, ο σκυλόμαγκας.
  6. Παλαιάς κοπής ακραίος ρατσιστικός χαρακτηρισμός για τον Αφρικανικής καταγωγής μελαψό. Πιθανόν προέρχεται από το σκυλάραπας όπου το πρώτο συστατικό σκύλο- λειτουργεί μάλλον ως επιτατικό.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

  1. Απ' όταν τον αμφισβήτησε δημόσια, έχει γίνει σκύλος μαζί του.
  2. Πιάσε ένα σκύλο που παίζει ρακέτες!
  3. - Ρε συ, πήγαμε στις Φακές τις προάλλες και ο Βασίλης έκανε την τραγουδιάρα να βήχει γαρύφαλλα! - Ε καλά, αφού είναι φοβερός σκύλος! (Σλανγκρ).
  4. Ρε συ κοίταξέ τον! Χθες όλη τη μέρα ήταν στο γιαπί, το βράδυ μέχρι τα χαράματα στα μπουζούκια και το πρωί ξεκίνησε ορειβασία σερί μέχρι το Μύτικα (κορυφή του Ολύμπου). Σκύλος μαύρος ο καριόλης. (Σλανγκρ).
  5. Σκύλος σωστός με το νταηλίκι του και το σερετιλίκι του.
  6. Γουστάρει κι αγαπάει τον μαύρο, τον σκύλο, τον αράπη. (Γιώργος Ζαμπέτας).
Advertisement